Τρίτη 29 Ιανουαρίου 2013

Το ρολόι κι Εγώ:Εμείς!

Περπατώντας στο δρόμο μονάχη μου
Κοιτάζω τις βιτρίνες και καθρεφτίζομαι στα τζάμια τους
Πόση θλίψη μπορεί να αντέξει τούτο το τζάμι;;
Είναι και υγρό, ίσως για να τραβήξει την προσοχή του κόσμου
Συνεχίζω το δρόμο μου και κοιτάζω γύρω μου τον κόσμο
Ζευγαράκια πιασμένα χέρι-χέρι, κάπου-κάπου και κάποιο παιδί μαζί, ευτυχία
Άνθρωποι γερασμένοι και σκυφτοί, άλλοι σκυφτοί και αδιάφοροι
Μικροπωλητές και επαγγελματίες
Παρέες ανθρώπων, παρέες
Ζηλεύω καμμιά φορά να ξέρεις
Αναλογίζομαι τη ζωή μου και το χρόνο μου
Το χρόνο μας, το δυνητικά δικό μας χρόνο στον ουτοπικό δικό μας κόσμο
Μέσα στη βουή του κόσμου εγώ δεν ακούω τίποτα
Ακούω μόνο το κλειδί της πόρτας όταν μπω στο άδειο, παγωμένο σπίτι
Μαύρο σκοτάδι, χάος όπως είναι και οι σκέψεις μου
Καλησπερίζω το δωμάτιο μου και πετάω ό,τι περιττό κουβαλάω πάνω μου
Μόνο ο καθρέφτης μου δίνει σημασία, και το ρολόι
Πάντα μου μιλάει το ρολόι
Κάνει κρύο, τρέμω και περιμένω, ποιον άλλο εκτός από 'σένα;;
Κοιτάζω και πάλι, αυτή τη φορά έξω από το παράθυρο
Μήπως και ήθελες να γίνω μια αλλοιώτικη Ιουλλιέτα
Κι ερχόσουν στο παράθυρό μου ή έστω περνούσες δήθεν τυχαία
Το κρεβάτι άδειο, απείραχτο, κάθομαι
Κάνω συντροφιά στη μοναξιά που ποτέ δεν με αφήνει
Είναι η καλύτερή μου φίλη
Μιλάμε μαζί ατελείωτες ώρες για όσα ζήσαμε, για όσα χάσαμε, για την απουσία κάποιου
Το ρολόι πάντα μου μιλάει
Πάντα μου μιλούσε από τότε
Το ρωτούσα που είσαι και πότε θα 'ρθεις κι εκείνο συνέχιζε να γυρνάει
Σα να ήθελε να μου πει πως δεν θα 'ρθεις ποτέ
Πως δεν θα σταματήσεις σα με συναντήσεις
Ούτε κι εγώ σταμάτησα, λοιπόν, έτσι μου λέει το ρολόι
Να προχωράω...

Πέμπτη 17 Ιανουαρίου 2013

Ζωή μέσα από όνειρο

Στέκεις και περιμένεις
 Ανύμπορος να κάνεις κάτι, να αλλάξεις κάτι
 Χωρίς πολλές πολλές ελπίδες
 Πέθαναν κι αυτές μαζί με τα όμορφα σου όνειρα
 Κι ας λένε πως πεθαίνει η ελπίδα πάντα τελευταία
 Μα όχι, πριν είπαμε ότι περιμένεις
 Δεν πέθανε, ζει ακόμη, φυτοζωεί
 Όπως εσύ η ίδια
 Ζεις με τα ελάχιστα περιμένωντας αυτό το καλύτερο αύριο
 Με όνειρα σαν κι αυτά που βλέπεις το βράδυ
 Εύχεσαι να 'ταν αληθινά
 Γι' αυτό και λυπάσαι κάθε φορά που σε ξυπνάνε
 Μακάρι να μην τέλειωνε ποτέ
 Κι αν είναι να ζεις τόσο ωραία μόνο στα όνειρά σου
 Κάλλιο ποτέ να μην ξυπνήσεις
 Τι να το κάνεις;;
 Η πραγματικότητα σκληρή, σχεδόν φρικιαστική
 Και πονάει, Θεέ μου
 Πόσο πονάει η μοναξιά της ψυχής
 Να περνάν οι μέρες και οι 'βδομάδες
 Κι εσύ να βουλιάζεις όλο και πιο πολύ
 Στο βούρκο των σκεψεών σου
 Και όλα να 'ναι ίδια
 Και τα μάτια εκείνα να 'ναι αλλού
 Κι όλο να ξεμακραίνουν
 Και ξαφνικα φωνάζω πως σε θέλω και τραντάζομαι
 Κι ύστερα με φόβο εμφανίζομαι
 Νόμιζα πως με άκουσαν
 Μα ήταν στον κόσμο του ονείρου μου με ήρωα εσένα
 Δυστυχώς ή ευτυχώς δεν ήταν αλήθεια και πάλι
 Και πάλι τα απογεύματα θα 'ναι μουντά και μοναχικά
 Και πάλι, τι νομίζουν πως ζητάς;;
 Δυο χέρια να σφίγγουν τα δικά σου
 Δυο μάτια να μιλάτε δίχως λόγια
 Δυο χειλη υγρά και καυτά να σε ζεσταίνουν με την ανάσα τους
 Τίποτα δύσκολο, τίποτα ακατόρθωτο
 Τίποτα ακριβό, μα ανεκτίμητο!
 Συντροφικότητα λέγεται νομίζω
 Το έχω κι εγώ στ΄αλήθεια ξεχάσει...

Κυριακή 6 Ιανουαρίου 2013

Μικροί ήρωες ζωής...

Κι υπάρχουν κάτι ψυχές ολομόναχες σ αυτόν τον κόσμο
Που κανείς δε γυρνάει να τους δώσει έστω και λίγη σημασία
Που ζούνε μόνοι τους, υπομένουν και παλεύουν 
Παλεύουν να σταθούν στα πόδια τους, να μη λυγίσουν, να μην το δει κανείς
Περήφανες ψυχές που κάνουν παρέα με τη μοναξιά, προτιμούν την αξιοπρέπεια από τη ζητιανιά της υποτιθέμενης φιλίας, της μη ουσιαστικής συντροφικότητας
Μόνο κοιτούν τον άλλο κόσμο από απόσταση ασφαλείας
Και μια πικρή γευση δημιουργείται στο λαιμό, είναι η πίκρα του μόνου
Κι είναι οι πιο δυνατές ψυχές αυτές
Κι αξίζουν τόση πολλή αγάπη, μα δεν παίρνουν ούτε ένα μικρό της δείγμα
Γιατί αυτοί οι άνθρωποι είναι και οι πιο άτυχοι, γιατί αυτοί οι άνθρωποι γεννήθηκαν μόνο για να πονάνε
Κι είναι και κάποιοι άνθρωποι που συνεχώς γελάνε
Ούτε ένα δάκρυ δεν πέφτει από τα μάτια τους και τα χείλη τους μόνο καλό έχουν να πουν
Είναι, λοιπόν, οι ίδιοι άνθρωποι
Είναι μικροί ήρωες της ζωής που προσπαθούν να κρύψουν τη θλίψη και τη μελαγχολία πίσω από ένα πλατύ χαμόγελο
Και του ξεγελάνε όλους, γιατί κανείς δεν είναι τόσο κοντά τους ώστε να δει τα δάκρυα πίσω από τα εκφραστικά τους μάτια
Είπαμε πως είναι μόνοι κι έρημοι...
Δεν μιλάνε συχνά, από φόβο μήπως κάποιο κόμπιασμα στη φωνή μαρτυρήσει την προσπάθεια να κρύψουν το λυγμό τους
Κάτι τέτοιοι άνθρωποι μου θυμίζουν εμένα και τη σύντομη πορεία μου
Το γέλιο δεν φεύγει από το πρόσωπό μου, λες και είναι κι αυτό βαμμένο, ζωγραφισμένο με κοκκινάδι των χειλιών
Δυο χειλιών που έμαθαν να συζητούν μόνο με τον εαυτό τους, γιατί κανείς δεν τα ακούει
Δυο χειλιών που όλο γελούν σαν κανένας κλόουν σε παιδική γιορτή
Δυο, λοιπόν, χειλιών που έχουν τόσα να πουν και να βροντοφωνάξουν
Κι όλη αυτή η δύναμη γίνεται έμπνευση για τέχνη που κανείς δε τη διαβάζει, που θα ρημάξει μαζί με την ψυχή τους
Έτσι υπάρχουν κάτι ολομόναχες ψυχές σαν κι εμένα που κάνουν το δάκρυ χαμόγελο και τη δύναμη τέχνη
Υπάρχουν κάτι μικροί ήρωες ζωής....